Η ιστορία (αυτή την φορά) ξεκίνησε από τα στιχάκια που έγραψε στο twitter ο Δάντης με αφορμή την απαγόρευση μουσικής λόγω Ομικρον. Και το αδιέξοδο στο οποίο οδηγούνται, για μια ακόμη φορά, χιλιάδες καλλιτέχνες και εργαζόμενοι στον χώρο του πολιτισμού:
«Μας έκλεισες τη μουσική
Μας τρώει το σαράκι
Γι αυτό κ θα στο ξαναπώ
………………………………»
(Δικό Σας Συνάδελφοι)!
Αυτό ήταν. Το hashtag #δικό σας συνάδελφοι, μαζί με τις τελίτσες –αποσιωπητικά που υπονοούν το γνωστό πλέον σύνθημα κατά του πρωθυπουργού, έγινε το απόλυτο viral. Μέσα σε μόνον 24 ώρες γέννησε 53.700 νέα tweets. Κι άλλα τόσα στιχάκια με τα, εύγλωττα αποσιωπητικά. Κοινώς, το γνωστό σύνθημα εξερράγη, υβριστές, διχασμένοι, θυμωμένοι, αγανακτισμένοι και απλώς απελπισμένοι πιάστηκαν αγκαζέ στο σκληρό ροκ του Διαδικτύου, και γαία πυρί μιχθήτω.
H πρώτη ανάγνωση δείχνει κόλαση – την κόλαση του Δάντη, των social media και του πολιτικού μας πολιτισμού μαζί. Είναι η ανάγνωση που λέει πως τα social media είναι η παγκόσμια μήτρα της ρητορικής του μίσους, των διχαστικών κοινωνικών χαρακωμάτων και της τοξικής πολιτικής πόλωσης.
Κάπως έτσι, λέει, ξεκίνησε και η μεγάλη ντροπή της Αμερικής, η εισβολή στο Καπιτώλιο πέρσι, τέτοιες μέρες. Από την κατευθυνόμενη decadence της ιντερνετικής κοινωνίας – εάν υπάρχει, κι όποια κι εάν είναι αυτή -, από τον οχετό της ανωνυμίας και από τα οργανωμένα κομματικά trolls.
Κάπως έτσι, λέει επίσης, μπορεί και να απειληθεί η Δημοκρατία. Το είχε πει και ο πρωθυπουργός, σε μια συνέντευξή του στην «Καθημερινή» τον περασμένο Ιούλιο. Είχε πει ότι τα social media είναι επικίνδυνα για την Δημοκρατία κι έχουν βγάλει στο προσκήνιο την τοξικότητα.
«Η αλήθεια είναι», είχε πει, «πως τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης μας φέρνουν τελικά σε επαφή με ανθρώπους που πιστεύουν τα ίδια πράγματα με εμάς. Γιατί αυτό πουλάει τελικά. Οι αλγοριθμοί τους είναι έτσι σχεδιασμένοι. Αυτό δημιουργεί το φαινόμενο των δωματίων της ηχούς, όπου στην ουσία ακούμε μόνο απόψεις που ταιριάζουν με τις δικές μας. Αυτό είναι βασικό πρόβλημα δημοκρατίας».
Η άποψη αυτή δεν είναι νέα, δεν είναι ντε φάκτο αβάσιμη, και δεν γεννήθηκε εν Ελλάδι. Επαιξε, και συζητήθηκε πολύ, στην Αμερική του τραμπικού σοκ, ειδικά μετά το Καπιτώλιο. Δεν τεκμηριώθηκε όμως.
Ο ίδιος ο Μαρκ Ζούκεμπεργκ λέει ότι δεν είναι τα social media που γέννησαν την τοξική πολιτική πόλωση αλλά «ένα πολιτικό και μιντιακό περιβάλλον που έστειλε τους αμερικανούς στο περιθώριο». Μπορεί και να το λέει γιατί έχει συμφέρον να το πει.
Δεν ισχύει το ίδιο και για το ινστιτούτο Brookings. Το βασικό συμπέρασμα πρόσφατης έρευνάς του είναι πως «το Facebook, το YouTube, και το Twitter μπορεί να διογκώνουν την πολιτική πόλωση αλλά δεν είναι η ρίζα και η αιτία που την γεννούν». Αντίστοιχη έρευνα του Κέμπριτζ έδειξε ότι οι ίδιοι οι πολιτικοί είναι εκείνοι που επιχειρούν την διχαστική χειραγώγηση μέσω των social media, ενώ άλλη μελέτη του πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ έβγαλε την έκπληξη:
Εδειξε ότι τα υψηλότερα ποσοστά πολιτικής πόλωσης και διχαστικής προσέγγισης καταγράφονται στην ηλικιακή εκείνη ομάδα που έχει και την μικρότερη, έως ανύπαρκτη, σχέση με το Διαδίκτυο – την ηλικιακή ομάδα άνω των 75 ετών. Και η πρόσφατη ιστορία έδειξε επίσης ότι τα social media μπορεί να αγκάλιασαν τον τραμπισμό, ήταν όμως τα ίδια που στην, πιο αθώα ίσως, εποχή της γέννησής τους έθρεψαν και το αίτημα της αλλαγής: Απογείωσαν τον Μπαράκ Ομπάμα και έκαναν κίνημα το «Yes, we can».
Εδικά στην Ελλάδα, μπορεί να υπάρχει και μια ακόμη ανάγνωση. Εκείνη που λέει ότι στην κοινωνία – την πραγματική, και όχι μόνον του twitter –, ή τουλάχιστον σε ένα μεγάλο τμήμα της, υπάρχει οργή, θυμός, μπορεί και μίσος.
Λέει επίσης ότι όταν τα συμβατικά media εκχωρούν και εγκαταλείπουν τον ελεγκτικό τους ρόλο, ανοίγει πεδίο δόξης λαμπρό για την αρένα των social media, και όχι μόνον. Η οργή, η αναξιοπιστία και ο αποκλεισμός απενοχοποιούν την ύβρι. Και όπου βρουν κάμερα ανοιχτή μπορούν να φωνάξουν το γνωστό σύνθημα, ή να το κάνουν hashtag στο twitter.
Και λέει ακόμη – το Reuters το λέει, στην ετήσια έρευνα που κάνει από κοινού με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για την αξιοπιστία του Τύπου – πως η Ελλάδα έχει πέσει πια στην τρίτη θέση από τον πάτο μεταξύ των 24 χωρών της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά την εμπιστοσύνη στα μέσα ενημέρωσης. Η αξιοπιστία των εγχώριων media κρίνεται αντίστοιχη μόνον με εκείνη της Πολωνίας και της Ουγγαρίας.
Παρεμπιπτόντως, η ίδια ανάγνωση λέει πως μόλις την περασμένη εβδομάδα δύο δημοσιογράφοι, η Γιάννα Παπαδάκου και ο Κώστας Βαξεβάνης κλήθηκαν ως… κατηγορούμενοι από την Δικαιοσύνη για το σκάνδαλο της Novartis – προφανώς, επειδή με την δημοσιογραφική τους έρευνα έφεραν στο φως καίρια στοιχεία του σκανδάλου. Είτε η δικαιοσύνη και η δημοκρατία μαζί είναι εντελώς τυφλές, είτε κινδυνεύουν πολύ περισσότερο από άλλα πράγματα, πολύ πιο σοβαρά από τα social media.
Ισως κινδυνεύουν και από εκείνο που ο καθηγητής Γιώργος Πλειός περιέγραψε ως «σύνδρομο της Αγκυρας»:
«Αυτό που συμβαίνει», έγραψε, «το τελευταίο διάστημα με δημοσιογράφους, κοινωνικά μέσα και φωνές που ασκούν κριτική με σοβαρές ειδήσεις ή σάτιρα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και «σύνδρομο της Άγκυρας». Και πρόσθεσε:
«Οι κατ’ επάγγελμα αλλά όχι και κατά συγκρότηση «επικοινωνιολόγοι» θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι η κοινή γνώμη είναι σαν το νερό. Αν δεν διοχετευτεί στα γνώριμα κανάλια των παλιών μέσων θα διαφύγει μέσα από τα μη ελεγχόμενα κανάλια των κοινωνικών μέσων»…