Η κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθιστά ανησυχητικά ζοφερό και υπό ενδεχόμενη κατάρρευση το περιβάλλον ασφάλειας, ιδιαιτέρως όταν ο επιτιθέμενος είναι ένα εκ των πέντε Μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και με ότι αυτό συνεπάγεται στην αποτελεσματική παρέμβαση των Η.Ε
Παναγιώτης Χηνοφώτης*
Ευλόγως επηρεάζονται οι προτεραιότητες, Αντικειμενικοί Σκοποί (ΑΝΣΚ) και στόχοι στην πολιτική, στρατηγική αντίληψη και λογική των Εθνών και Διεθνών Οργανισμών. Κάθε αποτέλεσμα των επιδιώξεων δεν πρέπει να αποδίδεται ούτε στα μέσα ούτε στην τύχη, αλλά μόνον στην ορθή ή εσφαλμένη εξ αρχής σύλληψη του προβλήματος στο νου του υπεύθυνου ηγέτη και την πολιτική του βούληση.
Η λήξη της εμπόλεμης κατάστασης εξαρτάται από το πώς θα ήθελε η Διεθνής κοινότητα την επόμενη ημέρα για τη Ρωσία και την Ουκρανία, λαμβανομένων υπόψη των συναφών γεωπολιτικών και εθνικών ιδιαιτεροτήτων και παραμέτρων στη νομικότητα και νομιμοποίηση των διαχρονικών ΑΝΣΚ των εμπολέμων. Συναφείς, μεταξύ άλλων και οι θέσεις του G.F.Kennan (‘A Fateful Error’,N.Y Times 5/2/1997) και του H.A.Kissinger(‘To settle the Ukraine crisis start at the end’, The Washington Post 5/3/2014).
Όλες οι διεργασίες και προσεγγίσεις μεταξύ Ρωσίας- Συμμαχίας ΝΑΤΟ -Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε)- πρώην Κρατών Μελών (Κ-Μ) του Συμφώνου της Βαρσοβίας (Σ.Β), κατά την τελευταία 30ετία, συνετέλεσαν τα μέγιστα στην μεταψυχροπολεμική αρχιτεκτονική ασφάλειας και στη σύνθεση ενός περιβάλλοντος ασφαλείας το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις χαρακτηρίστηκε από σταθερή αστάθεια. Η σύγκρουση Ρωσίας-Γεωργίας τον Αύγουστο 2008, η επιχείρηση <Ρωσική Άνοιξη> το 2014 για την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας και η Ουκρανική πολιτική κρίση, συνετέλεσαν καθοριστικά στη σταδιακή αμφισβήτηση και άρση του πνεύματος συνεργασίας και ειρήνης της Ρωσίας με τη Συμμαχία. Ανάλογη ήταν και η επίδραση στις σχέσεις της με την Ε.Ε.
Η παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και της Ουκρανικής κυριαρχίας από τη Ρωσία, με οιαδήποτε επίκληση στα συμφέροντα της Ρωσικής μειονότητας της Ουκρανίας και στην Ιστορία, είναι καταδικαστέα και οιαδήποτε υιοθέτηση ή αποδοχή της ελλοχεύει κινδύνους να ακολουθηθεί ως πρότυπο για τάσεις γεωπολιτικών ανακατατάξεων στο διεθνές περιβάλλον. Η όλη διαμορφούμενη κατάσταση συνοδεύεται από αμφίπλευρη πληθώρα αιτιάσεων, επιχειρημάτων και δικαιολογιών επί συναφών Συμφωνιών και δεσμεύσεων. Οιαδήποτε προσπάθεια αναζωογόνησης τους μέσω διπλωματικών διαύλων οφείλει να είναι επιθυμητή, δυνατή και κατορθωτή, αλλά διαφαίνεται ότι απέχει πολύ όσο συνεχίζονται οι στρατιωτικές επιχειρήσεις και η χρήση «Αιχμηράς Ισχύος» (Sharp Power).
Το τελευταίο 20ήμερο διαμορφώνεται ένα περιβάλλον ολοσχερούς ανασφάλειας με νέες απειλές, κινδύνους και αναθεωρητικές θεωρίες και πρακτικές, τείνοντας να ανατρέψει την παγκόσμια ισορροπία με απρόβλεπτες συνέπειες και διαφοροποιώντας ή/και εισάγοντας νέες παραμέτρους στην δόμηση της διεθνούς αρχιτεκτονικής ασφάλειας.
Η μέχρι προ εικοσαημέρου δόμηση της σκιαγραφείται με μία εξαιρετικά συνοπτική αναδρομή (και ενδεχομένως ελλιπή λόγω χώρου) κατά την προηγούμενη 30ετία. Κυρίαρχο στοιχείο της η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας (Σ.Β). Το Βορειο-Ατλαντικό Συμβούλιο Συνεργασίας (εναρκτήρια συνεδρίαση 20/12/1991) μέσω του οποίου προωθήθηκε σταδιακά η συνεργασία πρώην Κ-Μ του Σ.Β. με το ΝΑΤΟ, είτε με σχέση Εταιρικής Συνεργασίας(EAPC-PfP), είτε με ένταξη ορισμένων Κρατών στη Συμμαχία, καθώς και η Ιδρυτική Πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας για τις αμοιβαίες σχέσεις, συνεργασία και ασφάλεια που υπεγράφη στις 27/5/1997 στο Παρίσι από τους Αρχηγούς των Κ-Μ της Συμμαχίας και τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η έναρξη ένταξης πρώην χωρών του Σ.Β. στο ΝΑΤΟ το 1999 (Πολωνίας, Ουγγαρίας, Τσεχικής Δημοκρατίας), θεωρούνται ως το εδραίωμα των σχέσεων της Ρωσίας με τη Συμμαχία και θεμελίωσης εμπιστοσύνης με την Ε.Ε. Δημιουργήθηκε το πλαίσιο δέσμευσης για συνεργασία με σκοπό την δόμηση διαρκούς και συνολικής ειρήνης στην Ευρω-Ατλαντική περιοχή με κύριο όργανο το Μόνιμο Μεικτό Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας (PJC) και το διάδοχο του από το 2002, κατά την Διακήρυξη της Ρώμης, Συμβούλιο NATO-Ρωσίας [ΝΑΤΟ-RUSSIA Council (NRC)].Οι δύο διευρύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2004,2007), επέφεραν την ένταξη ορισμένων χωρών εκ του πρώην Σ.Β., ενώ η Ανατολική Εταιρική Σχέση, απότοκος της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, προσβλέπει στη συνεργασία της Ε.Ε με χώρες του ανατολικού περίγυρού της.
Αντίστοιχα, αλλά ειδικά για τη συνεργασία της Ρωσίας με την Ε.Ε, η Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης και Συνεργασίας της 28/11/1997 (EU-Russia Partnership and Cooperation Agreement) καθόριζε το εύρος διαλόγου και πρωτοβουλιών για την επόμενη 10ετία ενώ στη Σύνοδο Κορυφής Ρωσίας-Ε.Ε στο Λονδίνο το 2005 επετεύχθη πολιτική συμφωνία για τη σύναψη νέας Βασικής Συμφωνίας Συνεργασίας, αλλά οι συνομιλίες που άρχισαν το 2008 διεκόπησαν το 2012.
Όλες αυτές οι διεργασίες και προσεγγίσεις συνετέλεσαν τα μέγιστα στην μεταψυχροπολεμική αρχιτεκτονική ασφάλειας και στη σύνθεση ενός περιβάλλοντος ασφαλείας που λειτούργησε αποτελεσματικά, έστω και εάν σε ορισμένες περιπτώσεις χαρακτηρίστηκε από σταθερή αστάθεια. Η επιχείρηση <Ρωσική Άνοιξη> για την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας και η Ουκρανική κρίση συνετέλεσαν καθοριστικά, από το 2014, στη σταδιακή αμφισβήτηση και άρση του πνεύματος συνεργασίας και ειρήνης της Ρωσίας με τη Συμμαχία και ανάλογη επίδραση στις σχέσεις της με την Ε.Ε. Η παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και της Ουκρανικής κυριαρχίας από τη Ρωσία συνοδεύθηκε από αμφίπλευρη πληθώρα αιτιάσεων και επικλήσεων συναφών Συμφωνιών και δεσμεύσεων. Παρά ταύτα η εικοτολογία για την κατάληξη της κατάστασης είναι εξαιρετικά ποικίλη με εικασίες περί ετεροβαρούς συνθηκολόγησης, win-win συμφωνίας με αμοιβαίο όφελος, καταστάσεις που προϋπήρξαν στην πρόσφατη ιστορία κατά τον Β’ΠΠ κ.α.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τροφοδοτεί τα στρατιωτικά και διπλωματικά επιτελεία των Κ-Μ της Συμμαχίας και της Ε.Ε, με στοιχεία για την καθ’ αρμοδιότητα έγκυρη ανάλυση αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων αναφορικά με τους Αντικειμενικούς Σκοπούς (ΑΝΣΚ) και τα Κέντρα Βάρους σε πολιτικοστρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο και την επιθυμητή τελική κατάσταση (end state). Συνεπαγόμενη και η ανάλυση της αποτελεσματικότητας της αντίληψης της στρατιωτικής τέχνης των εμπολέμων, εφαρμογής των αρχών πολέμου, όποιων διακλαδικών επιχειρήσεων, προσδιορισμού αποφασιστικών σημείων στήριξης των κέντρων βάρους, επιδίωξης επιχειρησιακών και τακτικών ελιγμών, προπαρασκευής των δυνάμεων με κατάλληλη υποστήριξη Διοικητικής Μέριμνας στην ανάπτυξη ή ενίσχυση των ανεπτυγμένων δυνάμεων, θεμάτων Διοικήσεως, Ελέγχου, Επικοινωνιών -Πληροφορικής και πλείστα όσα συνθέτουν την αντίληψη της σύγχρονης επιχειρησιακής τέχνης και στρατιωτικής επιδεξιότητας.
Η προβλεπόμενη και αναμενόμενη σε πολεμικές επιχειρήσεις αμφίπλευρη διεξαγωγή ολοκλήρου του φάσματος πληροφοριακών επιχειρήσεων και παραπλάνησης, με έμφαση όχι μόνον στις επιχειρήσεις αλλά και στην προσπάθεια χειραγώγησης της ψυχολογίας της κοινής γνώμης και μέσω «αιχμηράς ισχύος», δεν ευνοεί στο παρόν στάδιο την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων και διδαγμάτων επί της εξέλιξης των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Η Ελλάδα διαθέτει έμπειρο και ικανό εν ενεργεία στρατιωτικό και διπλωματικό προσωπικό το οποίο εκτιμώ ότι ήδη έχει αναλάβει τη συγκέντρωση και αξιολόγηση στοιχείων για περαιτέρω ανάλυση των πολιτικών και στρατιωτικών παραμέτρων αυτού του πολέμου.
Αναμφίβολα το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. ευρίσκονται στην πλέον αποφασιστική καμπή της μακρόχρονης ιστορίας τους. Σήμερα, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο προβαλλόμενος αναθεωρητισμός με τις συνεπαγόμενες προεκτάσεις του, αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα κινδύνου και απειλής όχι μόνον για τις συνορεύουσες χώρες αλλά και πέραν του συνόλου της Ευρώπης, θέτοντας νέες παραμέτρους στο στρατηγικό περιβάλλον για την ασφάλεια. Μέσα σε αυτό το στρατηγικό περιβάλλον τα κράτη επιχειρούν με επιδέξιες πολιτικές, εντός του πλαισίου της Στρατηγικής για την Εθνική τους Ασφάλεια, να μεγιστοποιήσουν το γεωπολιτικό τους κεφάλαιο ή κατ’ ελάχιστον να περιορίσουν ενδεχόμενες απώλειες. Τα κράτη χρησιμοποιούν την ισχύ τους η οποία επίσης επενεργεί και ως επιρροή, στην προστασία και προώθηση των συμφερόντων τους εδαφικά, οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά.
Στο Διεθνές καθώς και στο εγγύς και περιφερειακό μας περιβάλλον, η εδαφική ακεραιότητα, ο εθνικός αλυτρωτισμός, οι εθνοτικές συγκρούσεις, η πολιτική αστάθεια, ο εθνικοθρησκευτικός φανατισμός, η ροή προσφύγων και παράνομων μεταναστών επενεργούν στην ολότητα της εθνικής ασφάλειας. Οι κίνδυνοι και απειλές προσαυξάνονται από τις υπερεθνικές και διεθνικές μορφές τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος, κυβερνοπολέμου, θαλάσσιας πειρατείας, εμπορίας ανθρώπων, λαθρεμπόριου όπλων, καθώς και της διασποράς όπλων μαζικής καταστροφής. Η πανδημία λοιμωδών ασθενειών, κρίση τροφής, ενεργειακή ασφάλεια, κλιματική αλλαγή με μορφή κρίσης πλέον, οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης λόγω φυσικών καταστροφών ή ανθρωπογενών αιτίων, συνιστούν ένα πολυποίκιλο πλαίσιο απειλών και κινδύνων.
Οι επιπτώσεις εκ των νέων απειλών, καθιστούν δυσχερή τον περιορισμό τους σε τοπικό επίπεδο και δύνανται να επεκταθούν, κατά περίπτωση, σε αλληλοκαλυπτόμενους τομείς του εθνικού μας ενδιαφέροντος, όπως και σε άλλους περιοχικού ή διεθνούς ενδιαφέροντος και σαφώς συμπεριλαμβάνουν το πλαίσιο της Ε.Ε και της Συμμαχίας. Η αντίδραση της Συμμαχίας και της Ε.Ε κατέστησαν παρωχημένους τους χαρακτηρισμούς του ΝΑΤΟ ως εγκεφαλικά νεκρού, και της Ε.Ε ως εξαρτημένης από την γραφειοκρατική διασταλτικότητα και την υποταγή της στρατηγικής λογικής σε εσωτερικές πολιτικές. Η διάρκεια και η κατά περίπτωση εφαρμογή των κυρώσεων κατά της Ρωσίας θα καταδείξει τη σύμπνοια και ενότητα των Κ-Μ ΝΑΤΟ και Ε.Ε σε αυτόν τον τομέα ή τις συνέπειες από την επιλεκτική εφαρμογή τους (βλ. παραμονή DB και TOTAL παρά την αποχώρηση ΒΡ και SHELL).
Η ολοκληρωμένη προσέγγιση της ενότητας «Ασφάλεια του Έθνους μας» καθίσταται επιβεβλημένη και μία πολυδιάστατη Στρατηγική οφείλει να προσεγγίζει και συγκεφαλαιώνει όλες τις διαστάσεις του πλέγματος οικονομική, αμυντική, εξωτερική πολιτική και πολιτική εσωτερικής ασφάλειας και πολιτικής προστασίας, οι οποίες θα αποτελούν πλέον τις βασικές συνιστώσες της και θα προσβλέπουν στην ενεργό συμμετοχή μας και αλληλεγγύη στη Συμμαχία και στην Ε.Ε. και δεν θα επηρεάζονται από εξωγενείς παράγοντες και επιδιώξεις που συνήθως επενεργούν βλαπτικά στα κοινά και εθνικά συμφέροντα κατά περίπτωση. Η ρεαλιστική θεώρηση των διεθνών σχέσεων με βάση τις 6 αρχές του H.J.Morgenthau αναδεικνύει για μία ακόμη φορά, και ειδικά για την Ελλάδα, την αρχή ότι το συμφέρον οριοθετείται με όρους ισχύος σε οιαδήποτε εκδοχή ή αθροιστική προβολή Σκληρής-στρατιωτικής/Ήπιας/Ευφυούς Ισχύος. Αυτή η αρχή αποτελεί το γνώμονα του ρεαλισμού στην διεθνή πολιτική και στο πλέγμα των διεθνών σχέσεων και συνδέει τη στρατηγική λογική με την πολιτική και τις συνακόλουθες καταστάσεις.
Για την Ελλάδα, η οποιαδήποτε μελλοντική σχέση μας με τη Συμμαχία περνά αδιαμφισβήτητα μέσα από τη δυνατότητα αλλά και τη θέληση μας για συμμετοχή σε οποιοδήποτε μορφή και αν έχει το ΝΑΤΟ ή σε οποιαδήποτε διαχείριση κρίσεων και επιχειρησιακή αποστολή αναλάβει ή ρόλο που θα διαδραματίσει. Η μη συμμετοχή μας σε ένα Οργανισμό 30 Κ-Μ που προέρχονται από τα 2 πρώην αντίπαλα στρατόπεδα και τα 27 εξ αυτών είναι και Κ-Μ της Ε.Ε., δεν είναι πολιτικά ρεαλιστική και θα έτεινε σε απομονωτισμό και παροχή πεδίου ελιγμών και περιθωρίου βελτίωσης της θέσης χωρών που αντιστρατεύονται τα εθνικά μας συμφέροντα.. Έχουμε τις δυνατότητες, διαθέτουμε τους κατάλληλους μοχλούς καθώς και έμπειρο διπλωματικό και στρατιωτικό προσωπικό που θα συνεγείρουν τους Συμμάχους προς την κατεύθυνση των Εθνικών μας επιδιώξεων.
Στη Σύνοδο των Βρυξελλών τον Ιούνιο 2021 οι Ηγέτες της Συμμαχίας/ΝΑΤΟ συμφώνησαν να αναπτύξουν την επόμενη Στρατηγική Αντίληψη (Strategic Concept) για τη Σύνοδο Κορυφής της Μαδρίτης τον Ιούνιο του 2022.
Η νέα Στρατηγική αντίληψη θα λάβει υπ’ όψη της το νέο περιβάλλον ασφαλείας, την προσέγγιση και τις προτεραιότητες του ΝΑΤΟ και θα αντικαταστήσει την από το 2010 ισχύουσα. Εκτιμώ ότι η εκπόνηση της παραπάνω Στρατηγικής Αντίληψης δεν παρέβλεψε το project της Διοίκησης Μετασχηματισμού του ΝΑΤΟ (Allied Command of Transformation- ACT) το Multiple Futures Project (Σχέδιο Πολλαπλών Μορφών Μέλλοντος) και οιαδήποτε αναθεώρηση του, όπως παρουσιάστηκε για την ισχύουσα Στρατηγική Αντίληψη. Θα δύναται να αξιοποιηθεί με ορίζοντα πέραν του 2030, ώστε να δεχθεί κατάλληλες τροποποιήσεις εξαιτίας της Ρωσικής επίθεσης κατά της Ουκρανίας, της πληθυσμιακής αύξησης, έλλειψης πηγών ενέργειας, πανδημίας, αλλαγών στις συμμαχίες, προόδου στην ανθρώπινη ευφυΐα, γνώση και τεχνολογία και της παγκόσμιας οικονομικής αλληλεξάρτησης.
Συνοπτικά αυτές οι μορφές του μέλλοντος είχαν σκιαγραφηθεί ως ακολούθως :
Deceptive Stability ( Απατηλή Σταθερότητα):Τα προηγμένα έθνη είναι απασχολημένα με τα εσωτερικά κοινωνικά τους προβλήματα που προέκυψαν από την γήρανση του γηγενούς πληθυσμού τους και την απορρόφηση νέων μεταναστευτικών πληθυσμών και παραμελούν άλλες ζωτικές λειτουργίες ασφάλειας και άμυνας και είναι απροετοίμαστα να αντιμετωπίσουν γεωπολιτικούς κινδύνους.
Dark Side of Exclusivity (Η σκοτεινή πλευρά της αποκλειστικότητας):Οι χώρες έξω από το παγκοσμιοποιημένο σύστημα αδυνατούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά, καταρρέουν, γίνονται εστίες προβλημάτων και οι λοιπές χώρες αντιμετωπίζουν το δίλλημα στρατηγικών επιλογών αντίδρασης.
Clash of Moderrnities ( Σύγκρουση Νεωτερισμών): Ισχυρή πρόοδος σ’όλους τους τομείς στα προηγμένα έθνη οριζόντια δικτυακή διασύνδεση μεταξύ τους η οποία όμως προκαλείται εξωτερικά από ολοκληρωτικά καθεστώτα και εσωτερικά από αβέβαιη ισορροπία μεταξύ των ατομικών ελευθεριών και των παραλείψεων του κράτους.
New Power Politics (Πολιτικές νέων Δυνάμεων):Ο αυξανόμενος πλούτος σε συνδυασμό με την απόκτηση όπλων μαζικής καταστροφής φέρει στο προσκήνιο νέες δυνάμεις. Στην περίπτωση αυτή η υπάρχουσα ισορροπία στη διακίνηση αγαθών πάσης μορφής διαταράσσεται και οι δυνάμεις αυτές συναγωνίζονται για να αποκτήσουν ή να εμποδίσουν άλλους στη πρόσβαση πηγών και σφαιρών επιρροής.
Παράλληλα, η σχέση συνεργασίας, διαβούλευσης και συμπληρωματικότητας του ΝΑΤΟ με την ΕΕ δεν εξοβελίζεται από την αυτονομία λήψεως αποφάσεων. Με βάση αυτό η Ε.Ε. και η Συμμαχία σκοπεύουν στο πλαίσιο της συμπληρωματικότητας να εξασφαλίσουν την δυνατότητα να διευθύνουν κατά περίπτωση διαχείρισης κρίσεως και στρατιωτικής επιχείρησης, όλο το φάσμα των επιχειρήσεων και αποστολών ταυτόχρονα από συλλογική άμυνα, μεγάλης κλίμακας και υψηλής έντασης επιχειρήσεις, σταθεροποίηση και ανοικοδόμηση, μέχρι τις μεταρρυθμίσεις για την ασφάλεια τομέων (Security Sector Reform) με ιδιαίτερο βάρος στη Θαλάσσια κυριαρχία (sea supremacy) και ασφάλεια (maritime Security Awareness).
Η Συμμαχία και η Ε.Ε. επιδιώκουν να αναπτύξουν εύκαμπτες, προσαρμόσιμες, καλά εκπαιδευμένες, καλά εξοπλισμένες, εγκαίρως αναπτύξιμες και διατηρήσιμες στο πεδίο εκστρατευτικές δυνάμεις. Η δήλωση στις 12/3 του Josep Borrell F, Ύπατου εκπροσώπου και Αντιπροέδρου της Ε.Ε., ότι το ΝΑΤΟ είναι και θα παραμείνει ο τρόπος διασφάλισης της εδαφικής άμυνας στην Ευρώπη για όλα τα Κ-Μ της Ε.Ε., σε συνδυασμό με τη δήλωση της U.G.von der Leyen στις 11/3 ότι το ΝΑΤΟ είναι η ισχυρότερη στρατιωτική συμμαχία δείχνουν την κατεύθυνση. Επίσης η δήλωση στις 5/3 της Fl.Parly,ΥΠΑΜ Γαλλίας, ότι η ευρωπαϊκή άμυνα δεν οικοδομείται σε αντίθεση με το ΝΑΤΟ, αλλά μάλλον το αντίθετο ώστε μία ισχυρή Ευρώπη να συμβάλει σε μία πλέον ισχυρή Συμμαχία.
Παράλληλα υπενθύμισε και την κοινή δήλωση του Προέδρου Μακρόν και Μπάϊντεν, ότι αναγνωρίζουν τη σημασία μίας πλέον ισχυρής και ικανής ευρωπαϊκής άμυνας που συμβάλλει θετικά στην διατλαντική και παγκόσμια ασφάλεια και που είναι συμπληρωματική του ΝΑΤΟ. Το σχόλιο του ΥΠΑΜ του Η.Β ότι δεν είναι ανάγκη να φορέσουμε ευρωπαϊκά μπερέ σε ένα σωρό ανθρώπους, αντιπροσωπεύει ρεαλιστικά την στρατιωτική κατάσταση της Ε.Ε.
Επειδή καθ΄υπερβολή ακούγεται ως όρος ο ΕΥΡΩΣΤΡΑΤΟΣ, για την άμυνα της ΕΕ και των Κρατών Μελών της, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι επί πλέον των προσφάτων τοποθετήσεων αξιωματούχων ΕΕ, ΝΑΤΟ και ΗΠΑ, ο όρος είναι αδόκιμος και μη υποδειγματικός και κατά βάση μη επιτεύξιμος καθόσον:
-Η άμυνα των Κ-Μ της ΕΕ προβλέπεται να καλύπτεται από το ΝΑΤΟ και επιπλέον υπάρχουν θεσμικές αδυναμίες για την δημιουργία ουσιαστικού στρατιωτικού βραχίονα της ΕΕ, -Τα άρθρα 42,43,44 και 46 της ΣΕΕ (LISBON TREATY) ορίζουν τις αποστολές που δύναται να αναλάβει η ΕΕ με χρήση στρατιωτικών μέσων και οι αποστολές αφορούν σε διαχείριση κρίσεων εκτός της ΕΕ, –Η συνεργασία ΝΑΤΟ-ΕΕ προσδιορίζεται με βάση τη σχέση Διαβούλευσης, Συνεργασίας και Συμπληρωματικότητας μεταξύ τους, και πάντα στο πλαίσιο των αποστολών τύπου Petersberg και αρθ.43 της ΣΕΕ , της Συμφωνίας Berlin plus agenda καθώς και την Berlin plus Reversed. Σημειωτέον ότι η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία της ΕΕ (PESCO), ως αρθ.46 της ΣΕΕ, με το σημαντικό εργαλείο CROC για την ενεργοποίηση δυνάμεων,αφορούν σε επιχειρήσεις εκτός ΕΕ.
–-Κατά την παρ. 2 του αρθ. 42 της ΕΕ «Η Κοινή αμυντική πολιτική θα οδηγήσει στην κοινή άμυνα όταν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο λάβει σχετική απόφαση με ομοφωνία». Προσθέτει δε, ότι συνιστάται στα Κ-Μ η έκδοση αυτής της απόφασης, να είναι σύμφωνη με τους συνταγματικούς κανόνες κάθε κράτους. Η αδυναμία ενιαίας εκτίμησης απειλών, έλλειψη πολιτικής βούλησης με συναφές πολιτικό κόστος, η γειτνίαση των ανατολικών χωρών της ΕΕ με τη Ρωσία, θέματα χρηματοδότησης και επικάλυψης της αμυντικής διάστασης από το ΝΑΤΟ, υπαγορεύουν ότι η ΕΕ θα εξακολουθήσει να κινείται στο επίπεδο διαχείρισης κρίσεων εκτός ΕΕ. Έχει να διανύσει μεγάλη απόσταση για κοινή αμυντική πολιτική και ακόμα μακρύτερη απόσταση για κοινή άμυνα. Η επικείμενη επανεξέταση των σχέσεων ΝΑΤΟ-ΕΕ εν όψει της νέας «Στρατηγικής Αντίληψης» της Συμμαχίας θα αποσαφηνήσει το πλαίσιο συνεργασίας και συμπληρωματικότητας στον αμυντικό τομέα.
Όλα αυτά όμως θα πρέπει να εξετασθούν με βάση τα επιζητούμενα θεμέλια εμπιστοσύνης εντός της Συμμαχίας καθώς και τη συστοίχηση της νέας στρατηγικής αντίληψης με την κοινωνική αντίληψη των χωρών που θα τύχει εφαρμογής (εντός και εκτός Συμμαχίας). Οι νέες δυναμικές, τα ετερογενή συμφέροντα των Κ-Μ, η νέα ρητορική των ΗΠΑ για τις διεθνείς σχέσεις, η στρατηγική καθήλωση και στρατιωτική απαγκίστρωση από το Αφγανιστάν, το Σύμφωνο AUKUS, καθώς και τα αποκλίνοντα συμφέροντα των ισχυρών «παικτών» του ΝΑΤΟ είναι βασικά στοιχεία στη νέα Αντίληψη του ΝΑΤΟ. Πρόσθετα στοιχεία αποτελούν η ενδεχόμενη υπογραφή μίας νέας συμφωνίας ΗΠΑ-Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, οι αιτηθείσες από τη Ρωσία γραπτές εγγυήσεις από τις ΗΠΑ ότι οι κυρώσεις δεν θα επηρεάσουν τις εμπορικοοικονομικές σχέσεις με το Ιράν και την παροχή στρατιωτικής τεχνογνωσίας στο Ιράν (κοινή συνέντευξη τύπου Ρώσου και Κιργίζιου ΥΠΕΞ την 5/3/22), η ευρεία συμμετοχή της Κίνας στους κυριότερους οικονομικούς και εμπορικούς οργανισμούς-συνεταιρισμούς.
Συμπληρωματικά στα ανωτέρω προστίθεται η Παγκόσμια Στρατηγική της Ε.Ε., η αποχώρηση του Η.Β από την Ε.Ε., το υπό σχεδίαση γιγαντιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα της Γερμανίας ύψους 100 δις. Ευρώ και η σημαντική στροφή της εξωτερικής και αμυντικής της πολιτικής (Zeitenwende /historic turning point), η πολυφωνία ή ομοφωνία της Ε.Ε. σε θέματα Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ)/Common Foreign Security Policy (CFSP),η νέα Κοινή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας (ΚΠΑΑ)/ Common Security Defence Policy (CSDP) και το όραμα περί Στρατηγικής Αυτοδυναμίας, αλλά όχι στρατηγικής αυτονομίας, οι παρατεταμένες/παγωμένες συγκρούσεις, οι νέες «θερμές περιοχές», η ανασφάλεια των Ανατολικών χωρών της Συμμαχίας. Κατά συνέπεια προκύπτει πληθώρα παραμέτρων για τη νέα Στρατηγική Αντίληψη της Συμμαχίας.
Συμπερασματικά η Συμμαχία και η Ε.Ε. αλλάζουν και θα συνεχίσουν να εξελίσσονται έχοντας το δικό της βαρύνοντα λόγο στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας και άμυνας. Οι δυνάμεις αυτές απαιτούν ένα εύκαμπτο σύστημα διοίκησης και ελέγχου το οποίο μπορεί να ενσωματωθεί και να διαλειτουργήσει αποτελεσματικά με ένα ευρύ φάσμα άλλων διεθνών «παικτών» χρησιμοποιώντας μια συνολική προσέγγιση για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και τις απειλές σε όλο το φάσμα της σύγκρουσης.
Αναμφισβήτητα η Ελληνική στρατιωτική συμμετοχή στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε δεν υπερτερεί των εθνικών αμυντικών απαιτήσεων και με αυτό το πρίσμα εξετάζεται οιαδήποτε στρατιωτική συνεισφορά μας. Παράλληλα οι αποφάσεις του Σ.Α των Η.Ε αποτελούν το γνώμονα εξέτασης οιαδήποτε συμμετοχής μας σε επιχειρήσεις εκτός περιοχής ΝΑΤΟ ή Ε.Ε. Οιαδήποτε απαίτηση για προσφορά προσωπικού ή μέσων που δυνατόν να διασπάσουν την αμυντική ενότητα και επιχειρησιακή σύζευξη των Μονάδων των Ελληνικών Ε.Δ δεν ικανοποιείται υπό τις παρούσες απαιτήσεις της Εθνικής μας Άμυνας.
Η διακλαδικότητα, διαλειτουργικότητα μέσων και σχεδίων, επιχειρησιακή σύζευξη ανεξαρτήτων ή μη Μονάδων καθώς και η χρηστικότητα (καταλληλότητα, ετοιμότητα, διαθεσιμότητα, αναπτυξιμότητα, ευελιξία, ευκινησία, ικανότητα διεξαγωγής παρατεταμένων επιχειρήσεων) των Μονάδων – μέσων – οργανικών τμημάτων αποτελούν την προσαρμογή στις θεμελιώδεις σύγχρονες απαιτήσεις για τις Ελληνικές Ε.Δ. προς αντιμετώπιση των Εθνικών απειλών. Έτσι με γνώμονα το Εθνικό Επίπεδο Επιδιώξεων και τις απαιτήσεις άμυνας της χώρας εξασφαλίζεται και η χωρίς οικονομικό κόστος προσαρμοστικότητα στις απαιτήσεις ΝΑΤΟ – ΕΕ και εν γένει των Διεθνών αποστολών. Η κατάρρευση της άμυνας εκμηδενίζει οιαδήποτε άλλη επιλογή και οπωσδήποτε δεν εμπίπτει στη στρατηγική λογική η οποία θα πρέπει να πρυτανεύει έναντι πολιτικών ιδεολογιών και ιδεοληψιών.Η γεωγραφική ιδιαιτερότητα και ιδιομορφία της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από τον εκτεταμένο θαλάσσιο χώρο,20.818 χλμ. ακτογραμμής, 25.213 τ.χλμ. εμβαδόν νησιωτικού χώρου με 29.372 νήσους και νησίδες, γραμμές θαλασσίων επικοινωνιών, εμπορικούς άξονες προς την Ευρώπη και ενεργειακές οδούς.
Η αναθεωρητική, κατά παράβαση του Δ.Δ., στάση της Τουρκίας, η εφαρμογή αιχμηρής ισχύος με επιθετική ρητορική και παράθεση απειλών καθώς και κενοσόφων επιχειρημάτων κατά της Ελλάδας, της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ασφάλειας του Κυπριακού Ελληνισμού, δεν επιτρέπει αποδυνάμωση της ελληνικής αμυντικής ισχύος. Αντιθέτως επιβάλει επίσπευση και διεύρυνση των εξοπλιστικών προγραμμάτων και των 3 Κλάδων των Ε.Δ. μας, αξιολογώντας με ακρίβεια και λεπτομερή εκτίμηση και ανάλυση καταστάσεως τις διακυμάνσεις συμπεριφοράς χωρών του επιχειρησιακού μας ενδιαφέροντος. Αξίζει να συγκρατηθεί ότι ο συνολικός συντελεστής επιχειρησιακής αξίας και επιχειρησιακής ικανότητος των Ελληνικών Ε.Δ. υπερτερεί έναντι οιουδήποτε αντιστοίχου εκ των χωρών του επιχειρησιακού μας ενδιαφέροντος αλλά τούτο δεν επιτρέπει εφησυχασμό και ολιγωρίες στην εθνική στρατηγική λογική. Η σχέση άμυνας και οικονομίας δεν λειτουργεί διαζευκτικά ή διλημματικά.
Με βάση τα παραπάνω, απαιτείται εκ μέρους μας μια ενδελεχής εξέταση και προσέγγιση όλων των θεμάτων που σχετίζονται με την εθνική άμυνα, Συμμαχία και την Ε.Ε, μέσα από το πρίσμα των νέων εθνικών, περιφερειακών και παγκόσμιων προκλήσεων, αλλά και του ρόλου που επιθυμεί η χώρα μας να διαδραματίσει στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας με πρωτογενή παράγοντα ασφάλειας τη συνέχιση ενίσχυσης και εξέλιξης των Ε.Δ της και προβολή όλου του εύρους της ισχύος της(Σκληρή-Ήπια-Ευφυής)
*Π.Χηνοφώτης, Ναύαρχος ε.α. ΠΝ, Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, π.Υφυπουργός Εσωτερικών
Πρώτη δημοσίευση στο protothema.gr