Για όλες τις κυβερνήσεις υπάρχει ένα σημείο καμπής: Για την κυβέρνηση Σαμαρά το σημείο καμπής ήταν το «μαύρο» στην ΕΡΤ, για την κυβέρνηση Τσίπρα ήταν η τραγωδία στο Μάτι.
Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορεί να είναι το ιστορικό κύμα ακρίβειας που διαλύει εισοδηματικά τα νοικοκυριά – ή, τουλάχιστον, αυτό δείχνει η δεύτερη ανάγνωση του τελευταίου κύματος δημοσκοπήσεων.
Παρά τις αποκλίσεις ως προς την κυβερνητική φθορά και την μείωση της «ψαλίδας» με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κοινός τόπος αυτών των τελευταίων μετρήσεων είναι «η χαμένη ευκαιρία της ΝΔ για την αυτοδυναμία», όπως λέει χαρακτηριστικά έμπειρος δημοσκόπος – εξ ου και η στροφή Μητσοτάκη από τον στόχο της αυτοδυναμίας στον στόχο της κυβέρνησης συνεργασίας.
Ως κύρια αιτία αυτής της χαμένης ευκαιρίας προκύπτει καθαρά το ιστορικό κύμα της ακρίβειας. Με μια κομβική, όμως, παράμετρο όπως επισημαίνει ο ίδιος δημοσκόπος: Το γεγονός ότι το πρόβλημα της ακρίβειας δείχνει να καταγράφεται πλέον στην συλλογική συνείδηση ως πρόβλημα αισχροκέρδειας.
Ητοι, το αφήγημα της κυβέρνησης πως η κρίση είναι εξωγενής και αναπόφευκτη δεν περνά, σε μεγάλο έως και πλειοψηφικό πλέον, τμήμα της κοινωνία.
Κι αυτό σημαίνει πως για την εισοδηματική ασφυξία που βιώνουν, οι πολίτες χρεώνουν ευθύνη στην κυβέρνηση η οποία δεν μπορεί, ή δεν θέλει, να χτυπήσει την αισχροκέρδεια.
Δεύτερο κρίσιμο στοιχείο, το οποίο λειτουργεί σωρευτικά στην κυβερνητική φθορά φαίνεται να είναι η θέση που πήρε η χώρα στον πόλεμο της Ουκρανίας, και συγκεκριμένα η αποστολή στρατιωτικού υλικού στο Κίεβο.
Ολες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ούτε αυτό το κυβερνητικό αφήγημα, το περί τοποθέτησης «στην σωστή πλευρά της ιστορίας», περνά στην κοινωνία. Η συντριπτική πλειοψηφία, σε διακομματικό επίπεδο, απορρίπτει την – ελάχιστη έστω – στρατιωτική εμπλοκή της χώρας στην σύγκρουση και τάσσεται κατά της αποστολής αμυντικού εξοπλισμού στην Ουκρανία.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό και με το υψηλότερο φιλορωσικό ρεύμα που υπάρχει στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, διαμορφώνει μια ακόμη κρίσιμη παράμετρο στο νέο πολιτικό σκηνικό: Τροφοδοτεί και ενισχύει τον χώρο στα δεξιά της ΝΔ, καθώς η φιλορωσική τάση καταγράφεται κυρίως στους ψηφοφόρους του υπερσυντηρητικού ή και ακροδεξιού τόξου.
Ολες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις έδωσαν τα ποσοστά της Ελληνικής Λύσης σταθερά ή ενισχυμένα, από το 4,5% έως το 4,9%. Και, σύμφωνα με πληροφορίες, σε μία εξ αυτών το αστάθμητο δείγμα που πήρε στα χέρια της η εταιρία έδινε το κόμμα Βελόπουλου στο 6%.
Σε όλες επίσης τις μετρήσεις το κόμμα Κασιδιάρη είχε ποσοστά πάνω από το 2% – η Metron Αnalysis του έδωσε 2,3%, η Marc 2,2% και η MRB 2,1%. Στον τελευταίο «Σφυγμό» της Prorata επίσης το ποσοστό που δήλωσε ότι προτιμά «άλλο κόμμα» ήταν 6,5%. Κι όπως λέει ο επικεφαλής πολιτικών ερευνών της εταιρίας Άγγελος Σεριάτος, περίπου οι μισοί εξ αυτών αυτοπροσδιορίζονταν στην άκρα δεξιά.
Η παράμετρος αυτή ίσως αποδειχθεί σε στοιχείο ειδικής βαρύτητας, εάν συνυπολογιστούν και τα υπόλοιπα ποιοτικά στοιχεία από τις τελευταίες έρευνες: Η ΝΔ πέφτει και φαίνεται να χάνει το ένα τέταρτο της δύναμής της σε σχέση με τις εκλογές του 2019, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μην αποκτά «ρεύμα». Ενισχύεται ελαφρώς μεν αλλά, όπως λένε δύο επικεφαλής μεγάλων εταιριών δημοσκοπήσεων, εισπράττει απλώς κάποια απόνερα της κυβερνητικής φθοράς και αυξάνει την συσπείρωσή του – εξακολουθεί, να μην δείχνει δυναμική ανατροπής.
Στα θετικά στοιχεία για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως φαίνεται να έχει μικρότερες διαρροές προς το ΚΙΝΑΛ απ’ όσες έχει η ΝΔ (ενδεικτική εδώ η δημοσκόπηση της MRB), στα αρνητικά εντοπίζεται η αδυναμία του να ανακτήσει επαφή με το κεντρογενές και κεντροαριστερά κοινό άνω των 55 ετών – και, κυρίως, με συνταξιούχους και νοικοκυρές.
Αντίστοιχα, η ΝΔ φαίνεται να χάνει πλήρως επαφή με τις νεώτερες ηλικίες ενώ έχει πια σοβαρό πρόβλημα σε μια από τις πλέον παραγωγικές ομάδες – στους άνδρες ηλικίας 35 έως 45 ετών.
Ο δε τρίτος πόλος του συστήματος, το ΚΙΝΑΛ, δείχνει να έχει αποκτήσει πλέον οροφή στα ποσοστά του (από 13% έως 15%) με μια μικρή τάση υποχώρησης σε κάποιες από τις μετρήσεις, δεν φαίνεται όμως να «ξεφουσκώνει» θεαματικά, όπως αρκετοί προσδοκούσαν το πρώτο διάστημα μετά την εκλογή Ανδρουλάκη.
Εν ολίγοις, όπως λέει γνωστός πολιτικός αναλυτής, το που θα οδηγήσει η τρέχουσα πολιτική καμπή, εξαρτάται κυρίως πλέον από το εάν και σε ποιον βαθμό, θα καταφέρουν να κεφαλαιοποιήσουν την κυβερνητική φθορά τα βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα ΚΙΝΑΛ. Ο ίδιος προειδοποιεί πως όσο αυτό δεν επιτυγχάνεται, το πολιτικό τοπίο δεν είναι ασφαλές – και η προειδοποίηση αυτή έχει να κάνει και με την αυξημένη κινητικότητα στα δεξιά της ΝΔ…